Ορολογία μαγειρικής: Όλα όσα θες να μάθεις

Ορολογία μαγειρικής: Όλα όσα θες να μάθεις

Με τόσα reality shows με θέμα τη μαγειρική που βλέπουμε τελευταία, κοντεύουμε να πάρουμε πτυχίο σεφ! Όσο κι αν παρακολουθούμε, ακούμε ή διαβάζουμε όμως, υπάρχουν μερικοί μαγειρικοί όροι που δεν έχουμε ιδέα τι σημαίνουν! Ας δούμε λοιπόν μαζί τι σημαίνουν ετούτα τα… κινέζικα!

Ορολογία μαγειρικής

Α λα: Τρόπος παρασκευής και μαγειρέματος.

Αλ ντέντε: Στα ιταλικά σημαίνει “στο δόντι”. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει την υφή των ζυμαρικών.

Αροζέ: Τρόπος μαγειρέματος, το ράντισμα του παρασκευάσματος με τη σάλτσα του κατά τη διάρκεια του ψησίματος.

Βούτυρο κλαριφιέ: Το καθαρό λίπος του βουτύρου που προκύπτει μετά από την απομάκρυνση του νερού και των στερεών συστατικών, πρωτεϊνών και υδατανθράκων.

Γκρατέν: Τρόπος μαγειρέματος για ψήσιμό του στον φούρνο ώστε να έχει στην επιφάνειά του μια τραγανή κρούστα λόγω του τριμμένου τυριού ή της φρυγανιάς που είχε προστεθεί.

Ζουλιέν (Julienne): Τρόπος κοπής σε πολύ λεπτές στενόμακρες λωρίδες.

Κις (Quiche): Ανοιχτή πίτα ή τάρτα με τραγανή σφολιάτα σαν βάση και γέμιση.

Κονφί: Τρόφιμα διατηρημένα μέσα σε ζάχαρη και μπράντι (φρούτα ή λαχανικά) για πολλές ώρες ή κρέατα και πουλερικά τα οποία διατηρούνται μέσα στο δικό τους λίπος.

Ορολογία μαγειρικής: Όλα όσα θες να μάθεις

Μιζ αν πλας (mise en place): Η προετοιμασία πριν από το μαγείρεμα.

Μπλανς: Ζεμάτισμα των λαχανικών για μόλις ένα λεπτό ώστε να αφαιρούνται ευκολότερα οι φλούδες τους. Στη συνέχεια τα λαχανικά βυθίζονται αμέσως σε παγωμένο ή τρεχούμενο νερό ώστε να διατηρήσουν τη ζωηράδα τους.

Μπεν Μαρί: Μέθοδος με την οποία θερμαίνουμε υλικά, με τη βοήθεια 2 σκευών και νερού.

Πατέ: Μείγμα από ψιλοκομμένο κρέας, σχεδόν πολτοποιημένο.

Ποσέ: Μαγείρεμα οποιουδήποτε υλικού σε νερό που ήδη βράζει.

Ραγού: Τρόπος μαγειρέματος όπου θωρακίζουμε ένα τρόφιμο σοτάροντας ή τηγανίζοντάς το για λίγη ώρα πάνω σε δυνατή φωτιά και στην συνέχεια το περιχύνουμε με μια σάλτσα που έχει σαν βάση την ντομάτα. Στη καθομιλουμένη συναντάται και με τον όρο «γιαχνί».

Ρου: Το μείγμα που συνδυάζει μια λιπαρή ουσία με λίγο αλεύρι ώστε να παρασκευαστούν σάλτσες ή σούπες.

Σωτέ (Sauté): Τρόπος μαγειρέματος σε ελαφριά φωτιά σε κάποιου είδους λίπος, με γρήγορη και συνεχή ανακίνηση και αναπήδηση του φαγητού μέσα στο τηγάνι.

Φλαμπέ: Το άναμμα φωτιάς σε ένα παρασκεύασμα με κάποιο αλκοολούχο ποτό ώστε με την εξάτμιση του αλκοόλ να μείνει μια έντονη και μοναδική γεύση.

Ορολογία μαγειρικής: Όλα όσα θες να μάθεις

Κείμενο: Βέρα Ξηρουχάκη
Φωτογραφίες: Pexels

Πηγές: pinguinos.gr, cabare.gr, bostanistas.gr


Στο EveryWoman.gr χαιρόμαστε όταν θέλεις να αναδημοσιεύσεις κάποιο post μας. Θα σε παρακαλούσαμε όμως να αναφέρεις πάντοτε την πηγή βάζοντας ένα link, ώστε να γνωρίσουν κι άλλοι το blog/magazine μας. Ευχαριστούμε πολύ.

Όλα τα posts του EveryWoman.gr αφορούν στις προσωπικές μας απόψεις και είναι γραμμένα σύμφωνα με το δικό μας γούστο. Στόχο έχουν να σε εμπνεύσουν για κάτι καινούργιο. Θα χαρούμε πολύ να μας στείλεις και δικές σου προτάσεις και ιδέες στο info@everywoman.gr.

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ: